ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Η διοίκηση, δηλ. η εκτέλεση, επιμέλεια και διεύθυνση των υποθέσεων της συνδικαλιστικής οργάνωσης ασκείται από το Διοικητικό συμβούλιο. Το Διοικητικό συμβούλιο είναι, επομένως το μόνιμο εκτελεστικό όργανο της συνδικαλιστικής οργάνωσης που διαχειρίζεται όλες τις υποθέσεις της και την εκπροσωπεί δικαστικώς και εξωδίκως (άρθρο 67 Α.Κ.)
Το Διοικητικό Συμβούλιο της συνδικαλιστικής οργάνωσης συγκροτείται όπως ορίζει το καταστατικό. Οι ιδιότητες του Προέδρου, Αντιπροέδρου, Γεν. Γραμματέα ή Ταμία δεν επιτρέπεται να συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο. Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από 3 χρόνια. (άρθρο 9παρ.1,εδαφ.β ν.1264) .
Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου που αντίκεινται στο νόμο ή στο καταστατικό είναι ακυρώσιμες ή απόλυτα άκυρες, όπως ακριβώς και οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δεν είναι νόμιμοι αντιπρόσωποί της αλλά καταστατικά όργανα της συνδικαλιστικής οργάνωσης που εκφράζουν τη θέλησή της.
Η εσωτερική σχέση μεταξύ συνδικαλιστικής οργάνωσης και Διοικητικού Συμβουλίου διέπεται από τις διατάξεις του καταστατικού . Το Διοικητικό συμβούλιο υπόκειται σε έλεγχο της Γενικής Συνέλευσης που είναι το ανώτατο όργανο της συνδικαλιστικής οργάνωσης . Η γενική συνέλευση έχει δικαίωμα να παύει το Διοικητικό συμβούλιο. Η άρση της εμπιστοσύνης και η έκφραση από τη Γενική Συνέλευση μομφής σημαίνει παύση ή τουλάχιστον σημαίνει υπόδειξη προς το Διοικητικό συμβούλιο να παραιτηθεί. Η παύση μπορεί να αφορά ολόκληρο το Διοικητικό συμβούλιο ή ορισμένα μόνο μέλη του.
Αν η συνδικαλιστική οργάνωση δεν έχει τα αναγκαία για τη διοίκησή της πρόσωπα ή αν τα συμφέροντα των προσώπων αυτών συγκρούονται με τα συμφέροντα της συνδικαλιστικής οργάνωσης, τότε το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της συνδικαλιστικής οργάνωσης, διορίζει προσωρινή διοίκηση . Δεν υπάρχει αντίθετα έλλειψη διοίκησης , όταν οι θέσεις των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου που έχουν παραιτηθεί, παυτεί, εκπέσει, καλύπτονται από αναπληρωματικά μέλη, αυτό όμως πρέπει να προβλέπεται από το καταστατικό. Η προσωρινή διοίκηση διορίζεται από το δικαστήριο και έχει περιορισμένη εξουσία και για περιορισμένο χρονικό διάστημα, π.χ. δεν έχει εξουσία να αποφασίσει , την πραγματοποίηση ή την κήρυξη της απεργίας, ή την σύναψη συλλογικής σύμβασης .
ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Σε κάθε συνδικαλιστική οργάνωση εκλέγεται απ’ τις εκλογές, με μυστική ψηφοφορία η ελεγκτική επιτροπή (άρθρ.8παρ.3 εδ. β ν.1264).Το καταστατικό της συνδικαλιστικής οργάνωσης πρέπει να καθορίζει πέρα από τα στοιχεία του άρθρου 80 Α.Κ. τον αριθμό των μελών καθώς και τον τρόπο συγκροτήσεως και λειτουργίας της ελεγκτικής επιτροπής. Η διάρκεια της θητείας της ελεγκτικής επιτροπής ταυτίζεται με τη διάρκεια της θητείας του Διοικητικού Συμβουλίου. Επομένως δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από 3 χρόνια. Η κατά το νόμο αρμοδιότητα της ελεγκτικής επιτροπής συνίσταται στην παρακολούθηση και στον έλεγχο του Διοικητικού Συμβουλίου ως προς την οικονομική διαχείριση της συνδικαλιστικής οργάνωσης. Η ελεγκτική επιτροπή υποβάλλει έκθεση στη Γεν. Συνέλευση για την οικονομική διαχείριση του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία συζητείται συνήθως με τον απολογισμό του Διοικητικού Συμβουλίου.
ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ
Αν η πρωτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση συμμετέχει σε υπερκείμενη δευτεροβάθμια οργάνωση π.χ. ομοσπονδία , εκλέγει αντιπροσώπους με τους οποίους εκπροσωπείται στη δευτεροβάθμια οργάνωση.
Οι αντιπρόσωποι όλων των πρωτοβάθμιων οργανώσεων που συμμετέχουν στη δευτεροβάθμια συγκροτούν τη Γενική Συνέλευση της δευτεροβάθμιας οργάνωσης ή το Συνέδριο των αντιπροσώπων, όπως συνήθως ονομάζεται. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των αντιπροσώπων απέναντι στην υπερκείμενη οργάνωση ρυθμίζονται απ’ το καταστατικό της, από τον νόμο και από τις διατάξεις του Α.Κ. για τα σωματεία (άρθρο 78) που εφαρμόζονται ανάλογα στις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες οργανώσεις. Το καταστατικό της υπερκείμενης οργάνωσης καθορίζει το μέτρο, με το οποίο υπολογίζεται ο αριθμός των αντιπροσώπων . Το μέτρο πρέπει να είναι ενιαίο για όλες τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, ώστε να διασφαλίζεται ίση εκπροσώπηση όλων των οργανώσεων στην υπερκείμενη οργάνωση.
Ο αριθμός των αντιπροσώπων βρίσκεται με τη διαίρεση του αριθμού των μελών που ψήφισαν για την ανάδειξη των αντιπροσώπων στην πρωτοβάθμια οργάνωση δια του μέτρου που καθορίζει το καταστατικό της υπερκείμενης οργάνωσης. Αν από τη διαίρεση προκύπτει κλάσμα μεγαλύτερο από το μισό του αριθμού που αποτελεί το μέτρο, τότε προστίθεται ένας ακόμη αντιπρόσωπος. Αν αντίθετα προκύπτει κλάσμα μικρότερο από το μισό του μέτρου, τότε δεν αντιπροσωπεύεται στην οργάνωση.